Μεγάλη αύξηση των δημόσιων δαπανών για την υγεία και ταυτόχρονη μείωση των ιδιωτικών δαπανών έφερε η εφαρμογή του Γενικού Συστήματος Υγείας (ΓεΣΥ), με την Κύπρο να κατατάσσεται ανάμεσα στις χώρες που τα τελευταία χρόνια έχουν δημιουργήσει ένα ανθεκτικό σύστημα υγείας. Τα παραπάνω καταγράφονται μεταξύ άλλων στην τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Η Υγεία στην Ευρώπη με μια ματιά». Στην έκθεση γίνεται αναφορά σε «σημαντικές επενδύσεις στον τομέα της υγείας στην Κύπρο, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση του ποσοστού των χρημάτων που χρειάζεται να καταβάλει από την τσέπη του ο πολίτης, προκειμένου να εξασφαλίσει την πρόσβασή του σε υπηρεσίες υγείας».
Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι το 2018, πριν από την εφαρμογή του ΓεΣΥ, η κάλυψη των αναγκών υγείας των πολιτών προερχόταν κατά ένα 44% από τις ιδιωτικές δαπάνες, ποσοστό το οποίο το 2022 μειώθηκε στο 15%. Μετρημένες στα δάκτυλα του ενός χεριού είναι την ίδια στιγμή οι χώρες που έχουν καταφέρει να μειώσουν το ποσοστό των ιδιωτικών δαπανών στο ή κάτω από το 10%, όπως είναι για παράδειγμα το Λουξεμβούργο και η Κροατία. Το γεγονός ότι η χρηματοδότηση του συστήματος υγείας δεν εξαρτάται άμεσα από τις οικονομικές δυνατότητες των πολιτών, δεν λαμβάνουν δηλαδή υπηρεσίες υγείας μόνο όσοι έχουν να πληρώσουν, δημιουργεί τις συνθήκες για ένα ανθεκτικό-βιώσιμο σύστημα υγείας, κάτι που δεν χαρακτήριζε την κατάσταση στη χώρα μας πέντε χρόνια πριν.
Ενδονοσοκομειακή περίθαλψη
«Ο τρόπος οργάνωσης της παροχής υγειονομικής περίθαλψης διαφέρει σημαντικά μεταξύ των χωρών της ΕΕ, με αποτέλεσμα μεγάλη διαφοροποίηση στη διανομή των δαπανών για την υγεία μεταξύ των παρόχων», αναφέρεται σε άλλο σημείο της έκθεσης. Όσον αφορά το ποσοστό της πίτας που λαμβάνει η ενδονοσοκομειακή περίθαλψη, εκεί όπου οι χώρες δαπανούν τα περισσότερα χρήματα, το 2022 αντιπροσώπευαν περίπου το 37% του συνόλου των δαπανών για την υγεία. Ωστόσο, «το ποσοστό αυτό ήταν πολύ υψηλότερο σε Κύπρο, Κροατία, Τσεχία και Ισπανία, που διέθεσαν πάνω από το 45% του συνόλου των δαπανών τους για την υγεία». Αναφορά γίνεται και στο είδος της ενδονοσοκομειακής περίθαλψης που παρέχουν κυρίως τα νοσηλευτήρια στην κάθε χώρα. «Σε ορισμένες χώρες της ΕΕ σημαντικό μέρος των ενδονοσοκομειακών δαπανών υγείας πηγαίνει σε δραστηριότητες ημερήσιας φροντίδας, όπως αυθημερόν χειρουργικές επεμβάσεις, εξετάσεις και άλλες υπηρεσίες που λαμβάνουν οι ασθενείς, οι οποίες δεν απαιτούν τη νοσηλεία του ασθενούς. Στο Βέλγιο, την Κύπρο και την Κροατία σχεδόν το ένα τέταρτο από το σύνολο των νοσοκομειακών δαπανών διατέθηκαν για τέτοιου είδους υπηρεσίες», επισημαίνει.
Υστερούμε στη μακροχρόνια περίθαλψη
Για την περίπτωση της Κύπρου, επισημαίνεται ωστόσο ότι υστερούμε σημαντικά στο κομμάτι της επένδυσης-παραχώρησης κονδυλίων για υπηρεσίες μακροχρόνιας φροντίδας. Γενικότερα, υπολογίζεται ότι για τις υπηρεσίες μακροχρόνιας φροντίδας οι χώρες ξοδεύουν ένα ποσοστό που δεν ξεπερνά το 15% των δαπανών τους για την υγεία, ωστόσο η κατάσταση σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος είναι χειρότερη με το ποσοστό αυτό να βρίσκεται κάτω από το 10%, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πολίτες που έχουν ανάγκη τέτοιου είδους υπηρεσίες δεν τις λαμβάνουν.
Καλύτερα στα φάρμακα
Στα θετικά τώρα, υπολογίζεται ότι το 90% των φαρμακευτικών δαπανών στην Κύπρο καλύπτεται από το σύστημα υγείας (είτε από το ΓεΣΥ είτε από το Υπουργείο Υγείας). Σε ό,τι αφορά τις υπόλοιπες χώρες, στην έκθεση τονίζεται ότι «κατά μέσο όρο, περίπου το 70% του συνόλου του φαρμακευτικού λογαριασμού στην ΕΕ καλύπτεται από κυβερνητικά και υποχρεωτικά ασφαλιστικά συστήματα».