Σε διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού παρουσιάστηκε ο αστυνομικός-εξεταστής που κατηγορείται για πλημμελή διερεύνηση, σε σχέση με το «ορφανό» θανατηφόρο του Σεπτεμβρίου του 2012, για το οποίο αποκαλύφθηκε δώδεκα χρόνια μετά ότι υπάρχουν γκρίζα σημεία, όπως ότι τον ουσιώδη χρόνο δεν είχαν γίνει οι απαραίτητες έρευνες, με αποτέλεσμα η υπόθεση να μείνει στα συρτάρια με τις ανεξιχνίαστες υποθέσεις.
Θύμα του τότε τροχαίου ήταν ο 17χρονος Ανδρέας Λοΐζου από τη Μουτταγιάκα. Σύμφωνα με όσα λέχθηκαν στο Δικαστήριο, παρόλο που και οι δύο πλευρές, Εισαγγελία και κατηγορούμενος ήταν έτοιμοι για να προχωρήσει η ακρόαση, το Δικαστήριο ανέφερε ότι δεν έχει χρόνο καθώς υπάρχει άλλη υπόθεση σε εξέλιξη που προηγείται. Ακολούθως, και οι δύο πλευρές ζήτησαν σύντομη εξέταση με το Δικαστήριο να σημειώνει ότι προηγούνται άλλες υποθέσεις που είναι προγενέστερες χρονικά. Η υπόθεση επαναδιορίστηκε για ακρόαση στα μέσα Μαϊου.
Τι έγινε προηγουμένως
Κατά την πρώτη διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο, απαγγέλθηκε στον κατηγορούμενο αστυνομικό η μία και μόνο κατηγορία που τον βαραίνει, αυτή της «εσκεμμένης παραμέλησης υπηρεσιακού καθήκοντος από δημόσιο λειτουργό» με βάση του Άρθρο 134 του Ποινικού Κώδικα, που προβλέπει και το ζήτημα της «εσκεμμένης παραμέλησης καθήκοντος». Ο κατηγορούμενος αστυνομικός απάντησε «μη παραδοχή». Όπως είχε αναφέρει η σχετική ανακοίνωση η Νομική Υπηρεσίας «εξάγονται συμπεράσματα σε σχέση με τη γνώση ενός εκ των ανακριτών για την αναγκαιότητα να προβεί σε συγκεκριμένες ουσιώδεις ενέργειες και ταυτόχρονα, διαπιστώνεται συνειδητή παράλειψή του να προβεί σε αυτές». Σημειώνεται πως στο Δικαστήριο ήταν παρόντα συγγενικά πρόσωπα του άτυχου Ανδρέα, που 13 και πλέον χρόνια μετά ψάχνουν τη δικαίωση, αφού για το θάνατο του 17χρονου δεν έχει κατηγορηθεί κανένας, ούτε έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα όχημα που φέρεται να έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο τροχαίο δυστύχημα.
Η υπόθεση «άνοιξε» μετά από νέα έρευνα
Υπενθυμίζεται πως μετά τις μεγάλες αντιδράσεις στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης σχετικά με το εν λόγω τροχαίο, η Αστυνομία προχώρησε σε νέες έρευνες σχετικά τόσο με τις συνθήκες που επέφεραν τον θάνατο στον 17χρονο Ανδρέα, αλλά κυρίως σχετικά με τον τρόπο που έγινε η διερεύνηση του συγκεκριμένου τροχαίου δυστυχήματος. Με την ολοκλήρωση των ερευνών της Αστυνομίας, ο φάκελος της υπόθεσης μεταφέρθηκε στη Νομική Υπηρεσία όπου δόθηκαν οδηγίες για δίωξη του συγκεκριμένου αστυνομικού, που ήταν και ο ανακριτής του τροχαίου δυστυχήματος, όπως αναγράφεται πιο πάνω. Παράλληλα, με ανακοίνωσή της στις 29 Φεβρουαρίου του 2024, η Νομική Υπηρεσία γνωστοποίησε ότι, σχετικά με την ευθύνη του οδηγού (που κτύπησε το όχημα του 17χρονου), σε απόφαση που λήφθηκε από τη Νομική Υπηρεσία, αποφασίστηκε η μη άσκηση ποινικής δίωξης για το αδίκημα του άρθρου 210 Π.Κ. Η πιο πάνω απόφαση σύμφωνα με την ανακοίνωση στηρίχθηκε στην παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος που επεσυνέβη το δυστύχημα, στη μη εξασφάλιση οποιασδήποτε ουσιώδους νέας μαρτυρίας, την πεποίθηση εδώ και τόσο χρόνια του οδηγού ότι δεν θα αντιμετώπιση ποινική δίωξη αλλά και στη μεταβολή των προσωπικών και οικογενειακών συνθηκών του. Όπως αναφέρει η τότε ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας «Σύμφωνα με τη θέση που διατύπωσε στην κατάθεσή του ο οδηγός του αυτοκινήτου, ο ίδιος ανέμενε να δει πρώτα την αντίδραση του οδηγού του άλλου αυτοκινήτου και μόνο όταν αντιλήφθηκε ότι το άγνωστο αυτοκίνητο συνέχιζε στην ίδια πορεία, προέβη σε απότομους ελιγμούς, με αποτέλεσμα να χάσει τον έλεγχο του αυτοκινήτου του, να εισέλθει στην αντίθετη λωρίδα κυκλοφορίας, να προσκρούσει στον δεξιό τοίχο της σήραγγας και ακολούθως να συγκρουστεί με το μοτοποδήλατο, στο οποίο επέβαινε ο αποβιώσας με ακόμα έναν επιβάτη. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με μαρτυρία, η άγνωστη οδηγός προσπέρασε τα δύο μοτοποδήλατα και επανήλθε στη λωρίδα της δικής της κυκλοφορίας, και δεν υπήρξε σύγκρουση μεταξύ των δύο οχημάτων. Η σύγκρουση του οδηγού του αυτοκινήτου με το μοτοποδήλατο επεσυνέβη μετά που το άγνωστο αυτοκίνητο εισήλθε στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας».