Η είδηση, που μεταδόθηκε από ελληνικά μέσα ενημέρωσης, ότι το ρωσικό αντιαεροπορικό σύστημα S-300 θα παραχωρηθεί στην Αρμενία έξυσε πληγές και στην Κύπρο. Πρόκειται για μια πολύ πονεμένη ιστορία που ποτέ δεν ξεχάστηκε, με έντονο πολιτικο-διπλωματικό παρασκήνιο, απειλές πολέμου, μέχρι το αγορασμένο από την Κύπρο προηγμένο (τότε) οπλικό αντιαεροπορικό σύστημα να καταλήξει στην Κρήτη.
Διερευνώντας περισσότερο το θέμα του συστήματος S-300 και των άλλων ρωσικών οπλικών συστημάτων που διαθέτουν οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις ισχύει ό,τι περίπου και στην Εθνική Φρουρά. Ότι, δηλαδή, έχουν ξεκινήσει και είναι σε προχωρημένο στάδιο οι διαδικασίες απαλλαγής του στρατού σε Ελλάδα και Κύπρο από τα ρωσικά οπλικά συστήματα, λόγω των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν στη Ρωσία μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η αιχμή του δόρατος της αντιαεροπορικής ομπρέλας της χώρας, οι S-300, ιδιαίτερης αναφοράς χρήζει η παρέμβαση της εκπροσώπου του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα. Ουσιαστικά διεμήνυσε ότι τα ρωσικά οπλικά συστήματα που διαθέτει η Ελλάδα δεν μπορούν να παραχωρηθούν σε άλλη χώρα, χωρίς η Μόσχα να δώσει τη συγκατάθεσή της.
Πιο συγκεκριμένα η Μαρία Ζαχάροβα δήλωσε ότι η Ρωσία δεν έχει λάβει αίτημα από την Αθήνα για την επανεξαγωγή από την Ελλάδα στην Αρμενία αντιαεροπορικών συστημάτων μεγάλου και μεσαίου βεληνεκούς S-300, TOR-M1 και Osa-AKM. Η Ζαχάροβα δήλωσε ότι είναι σε γνώση της Ρωσίας οι πληροφορίες που μεταδόθηκαν στην Ελλάδα, ωστόσο, έσπευσε να σημειώσει την ανάγκη συμμόρφωσης με τις διμερείς διακυβερνητικές συμφωνίες για τη στρατιωτικοτεχνική συνεργασία (1995) και την προμήθεια στρατιωτικών προϊόντων (2013), οι οποίες, όπως τόνισε, «απαγορεύουν απερίφραστα την επανεξαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού που προμηθεύτηκε από εμάς χωρίς τη συγκατάθεση της Ρωσίας. Αλλά προς το παρόν, δεν έχουμε λάβει καμία αίτηση από την ελληνική πλευρά».
Η Κυπριακή Δημοκρατία, μετά τη συμφωνία για εγκατάσταση του συστήματος των S-300 στην Κρήτη, δεν είχε λόγο στις λεπτομέρειες που ακολούθησαν στο πλαίσιο των συμφωνιών μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας. Σύμφωνα με πληροφορίες του «Π», τα όσα ανέφερε η Μαρία Ζαχάροβα, ότι για να παραχωρηθούν οι S-300 απαιτείται η «άδεια» της Ρωσίας, ισχύουν και αυτό προκύπτει από τα όσα συμφώνησαν τότε με την Ελλάδα. Αρμόδια πηγή ανέφερε στον «Π» ότι «μόνο εάν συμφωνήσει η Ρωσία μπορεί η Ελλάδα να παραχωρήσει τους S-300 σε άλλο κράτος. Προφανώς όταν προέκυπτε αυτή η συμφωνία, τέλη της δεκαετίας του ’90, τα γεωπολιτικά δεδομένα ήταν σαφώς διαφορετικά». Κατά τις ίδιες πληροφορίες, υπήρξε άτυπη ενημέρωση και της Κύπρου για τη συμφωνία μεταξύ Ελλάδας – Ρωσίας.
Πάντως, νεότερες πληροφορίες, που μεταδόθηκαν στην Ελλάδα, αναφέρουν ότι η πώληση των ρωσικών οπλικών συστημάτων στην Αρμενία είναι ένα σενάριο που επεξεργάζεται το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, χωρίς ωστόσο να έχουν ληφθεί τελικές αποφάσεις. Επιβεβαιώνεται πάντως ότι στο ΥΠΕΘΑ υπάρχει επίσημο αίτημα από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας της Αρμενίας για να πωληθούν τα όπλα ρωσικής κατασκευής (S-300, TOR M1 και Osa-AK).
Δύο πυροβολαρχίες
Οι S-300 (το σύστημα διαθέτει δύο πυροβολαρχίες S-300 PMU-1 με 12 εκτοξευτές και 96 βλήματα 48Ν6Ε1) έχουν μέγιστη ακτίνα 150 χλμ. και δημιουργούν μία αντιαεροπορική-αντιπυραυλική ομπρέλα στο νοτιοανατολικό Αιγαίο. Σύμφωνα με σχετικό άρθρο του Ευθύμιου Τσιλιόπουλου στο slpress.gr, «οι S-300 είναι επιχειρησιακοί, ασχέτως αν έχουν γίνει μόνο μερικές δοκιμαστικές βολές. Το ότι είναι επιχειρησιακοί έχει διαρρεύσει και από το γεγονός ότι η ισραηλινή αεροπορία τα χρησιμοποιεί για να μπορεί να βρει αντίμετρα και τακτικές να αντιμετωπίσει παρόμοια συστήματα, με τα οποία είναι εφοδιασμένοι αντίπαλοί της, κυρίως το Ιράν».
Η πρώτη δοκιμή
Η πρώτη δοκιμή του αντιαεροπορικού συστήματος S-300 πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2013, περίπου 15 χρόνια μετά τη μεταφορά και εγκατάστασή τους στην Κρήτη, στο πλαίσιο της συμφωνίας μεταξύ Κύπρου-Ελλάδας και των διεθνών πολιτικών πιέσεων που είχαν ασκηθεί. Η δοκιμή πραγματοποιήθηκε στο πεδίο βολής Κρήτης, στην παρουσία του Κύπριου υπουργού Άμυνας Φώτη Φωτίου και του υπουργού Εθνικής Άμυνας Δημήτρη Αβραμόπουλου. Σημειώνεται ότι η δοκιμαστική βολή των ρωσικών αντιαεροπορικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς S-300 ήταν μέρος της στρατιωτικής άσκησης των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων «Λευκός Αετός 2013».
Πώς κατέληξαν στην Κρήτη
Στη διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια Polignosi δημοσιεύεται εκτενής αναφορά για την ιστορία του αντιπυραυλικού συστήματος και πώς -τελικά- αντί να εγκατασταθεί στην Κύπρο, εγκαταστάθηκε στην Κρήτη. Όπως αναφέρεται: Τον Μάρτιο του 1996 αρχίζουν διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία, και κατόπιν εισήγησης του τότε Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς, Αντιστράτηγου Ν. Βορβολάκου, σε συνεννόηση με τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Γεράσιμο Αρσένη, αποφασίζεται η αγορά του πανίσχυρου ρωσικού πυραυλικού συστήματος των S-300. Η απόφαση ανακοινώνεται στη Λευκωσία από τον Γλαύκο Κληρίδη στις 6 Ιανουαρίου 1997. Αμέσως μετά, εκδηλώνονται σφοδρές αντιδράσεις από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, ενώ η Τουρκία απειλεί ανοικτά με στρατιωτικές επιχειρήσεις, αν τοποθετηθούν στην Κύπρο οι S-300. Εν τω μεταξύ, στις 18 Ιανουαρίου του 1996 ο Κώστας Σημίτης διαδέχεται τον Ανδρέα Παπανδρέου στην Πρωθυπουργία μετά από ψηφοφορία της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου πεθαίνει στις 23 Ιουνίου του 1996. Η αεροπορική βάση της Πάφου ονομάζεται « ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗ ΒΑΣΗ ΠΑΦΟΥ- ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ» προς τιμήν του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Γλαύκος Κληρίδης επανεκλέγεται στις προεδρικές εκλογές του 1998 (15 Φεβρουαρίου) και η νέα κυβέρνηση αποφασίζει την αναστολή της μόνιμης στάθμευσης ελληνικών αεροσκαφών στην αεροπορική βάση της Πάφου. Το Εθνικό Συμβούλιο της Κυπριακής Δημοκρατίας αποφασίζει την αναβολή της παραλαβής των S-300, μέχρι το τέλος του 1998. Τον Αύγουστο του 1998, ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Θεόδωρος Πάγκαλος, δηλώνει ότι η εγκατάσταση των πυραύλων στην Κύπρο δεν αποτελεί αυτοσκοπό και αφήνει την ευθύνη λήψης απόφασης στη Λευκωσία. Την ίδια δήλωση επαναλαμβάνει τρεις μήνες αργότερα και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Κώστας Σημίτης, προκαλώντας ψυχρότητα στις σχέσεις Αθηνών- Λευκωσίας.
Σε συνάντηση Κληρίδη – Σημίτη στις 27 Νοεμβρίου 1998, αποφασίζεται η μεταφορά των αντιβαλλιστικών πυραύλων στην Κρήτη διά της επιχείρησης Δίας. Η απόφαση για τη μη εγκατάσταση των S-300 στην Κύπρο αλλά στην Κρήτη ανακοινώνεται στις 29 Δεκεμβρίου 1998 από τον Πρόεδρο Γλαύκο Κληρίδη. Στην Κρήτη μεταβαίνουν οι Κύπριοι χειριστές των πυραύλων οι οποίοι έτυχαν εκπαίδευσης στη Ρωσία για να εγκαταστήσουν το πυραυλικό σύστημα και στη συνέχεια να εκπαιδεύσουν τους Ελλαδίτες συναδέλφους τους.