Με τις νέες αλλαγές στο εκπαιδευτικό μας σύστημα όσον αφορά την παραβατικότητα, ένας μαθητής-παραβάτης με ανάρμοστη συμπεριφορά πέραν της κόκκινης γραμμής «εκτοπίζεται» από την ομάδα της τάξης και μεταφέρεται σε ειδική μονάδα για «θεραπεία» για ένα χρονικό διάστημα. Αν οι ειδικοί σύμβουλοι-ψυχολόγοι διαγνώσουν αλλαγή στη συμπεριφορά του, τότε ο μαθητής επιστρέφει στην τάξη του. Σίγουρα η όλη διαδικασία, πιστεύω, βοηθά τον μαθητή να επανέλθει και να συνεχίσει τις σπουδές του με την προϋπόθεση ότι η διάγνωση της αρχικής ανάρμοστης συμπεριφοράς του έγινε με όλη την επιστημονική διαδικασία που απαιτείται. Τυχόν λανθασμένη διάγνωση για «εκτοπισμό» του μαθητή θα έχει τραγικά αποτελέσματα διότι πολλές φορές δεν εξετάζονται τα βαθιά αίτια αυτής της συμπεριφοράς.
Δυστυχώς, η συμπεριφορά που επιδεικνύεται από παραβάτες μαθητές θεωρείται απωθητική και ακατανόητη από μεγάλη μερίδα καθηγητών οι οποίοι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κατανοήσουν ότι η διαφορετικότητα που υπάρχει σε μια ομάδα δικαιολογεί τη συμπεριφορά όλων των τύπων και ότι είναι το υπέρτατο καθήκον μας να ξεφύγουμε από την περιφέρεια του κύκλου, να σκάψουμε βαθιά για να βρούμε τον πυρήνα και να προσπαθήσουμε να θεραπεύσουμε το κακό πριν είναι πολύ αργά.
Ως εκπαιδευτικός που πέρασα από όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, θεωρώ ότι το πιο ισχυρό στοιχείο όσον αφορά τις διακρίσεις στα σχολεία μας ευρίσκεται στη σχέση καθηγητή και μαθητή. Δράττομαι ξανά αυτής της ευκαιρίας να παραθέσω με λεπτομέρεια τις απόψεις μου στο σημερινό μου άρθρο.
Το σχολείο σίγουρα δεν είναι κατηχητικό. Είναι ο χώρος μέσα στον οποίο η επαναστατική και επαναστατημένη φύση των νέων μας ψάχνει για ταυτότητα. Η διαφορετικότητα της συμπεριφοράς των νέων μας καλύπτει ένα ευρύ φάσμα το οποίο αρχίζει από την τυφλή υπακοή στους κανόνες του σχολείου μέχρι τη νεανική παραβατικότητα. Το ερώτημα που τίθεται σ’ αυτό το σημείο αφορά την προσέγγιση και στάση του καθηγητή προς τους έφηβους μαθητές των οποίων η συμπεριφορά θεωρείται προβληματική για την ομαλή λειτουργία του σχολείου. Είναι αξίωμα στην εκπαίδευση ότι οι καθηγητές, στους οποίους η Πολιτεία έχει εμπιστευθεί την παιδεία των εφήβων, δεν παίρνουν τιμωρητικά μέτρα εναντίον παραβατών μαθητών αν οι ίδιοι δεν έχουν εξαντλήσει όλα τα μέσα για εντόπιση της ρίζας της απρεπούς συμπεριφοράς του μαθητή για να τον βοηθήσουν να επανέλθει στον «δρόμο τον καλόν».
Η εξουσία του καθηγητή να κρίνει και να κατακρίνει τη συμπεριφορά και απόδοση του μαθητή είναι γενικά αποδεκτή από μια μεγάλη μερίδα μαθητών οι οποίοι σπάνια αμφισβητούν τις αποφάσεις του. Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι μαθητές που φέρουν την «ταμπέλα» του παραβάτη ζωηρού ή «φασαρία» δεν αποδέχονται την εξουσία του καθηγητή a priori. Οι μαθητές αυτοί έχουν τα δικά τους κριτήρια για να αξιολογήσουν την «απόδοση» του καθηγητή τους και καταλήγουν στα δικά τους συμπεράσματα που φανερώνουν κατά πόσο ο καθηγητής ήταν δίκαιος στις κρίσεις του και αν η εξάσκηση της εξουσίας του έγινε με τον πρέπον τρόπο.
Ως εκ τούτου, ο καθηγητής θα πρέπει να αποδείξει ότι τα μέτρα που πήρε για να τιμωρήσει ή να βαθμολογήσει τον μαθητή ήταν απόλυτα δικαιολογημένα. Αν ο καθηγητής αποτύχει να πείσει τον μαθητή, τότε έχουμε έναν προβληματικό μαθητή. Είναι γι’ αυτόν τον λόγο που δεν ξενίζει κανέναν το φαινόμενο που παρατηρούμε με μαθητές να είναι «φρόνιμοι» σε ένα μάθημα και «άτακτοι» σε ένα άλλο.
Οι μαθητές σε όποια κατηγορία και να ευρίσκονται, αδύνατοι, μέτριοι, καλοί, άριστοι, ζωηροί, παραβάτες, φασαρίες, έχουν σίγουρα ευφυΐα και είναι άνθρωποι. Γι’ αυτό εμείς οι καθηγητές που δίνουμε τα φώτα στη νέα γενιά του τόπου μας πρέπει να είμαστε «εν εγρηγόρσει» για κάθε βοήθεια προς αυτούς. Τα παιδιά μας χρειάζονται αγάπη και σεβασμό που σίγουρα θα μας τα ανταποδώσουν στο διπλάσιο και τριπλάσιο δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο κανάλια επικοινωνίας μέσα στα οποία αυτή η αμοιβαιότητα των αισθημάτων θα ανθίσει και θα δώσει καρπούς. Μόνο έτσι θα δημιουργήσουμε τους αυριανούς στυλοβάτες της κοινωνίας μας οι οποίοι, στα πλαίσια -ελπίζουμε- μιας επανενωμένης Κύπρου, θα δρουν νούσιμα και εποικοδομητικά για το γενικό καλό, για μια Κύπρο μακριά από ρατσισμό διακρίσεις, προκαταλήψεις και μίση.
Με άλλα λόγια, πολλές φορές μπορεί η συμπεριφορά ημών να είναι λανθασμένη ή να μην αντιληφθούμε το βαθύ αίτιο της ανάρμοστης συμπεριφοράς και συνεπώς ο παραβάτης μαθητής να εκτοπιστεί και πολύ χειρότερα να στιγματιστεί που θα έχει τραγικές συνέπειες για το μέλλον του. Προσοχή, λοιπόν, σε κάθε βήμα μας και προ πάντων με πάμπολλη αγάπη.
ΒΑ, ΜΑ, PhD, πρώην επιθεωρητή και πρώτου λειτουργού Εκπαίδευσης, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.