Η συνέντευξη του νέου Γενικού Ελεγκτή στην «Κ» (ο οποίος όλοι ανέμεναν ότι μετά τα όσα διαδραματίστηκαν το τελευταίο διάστημα θα ερχόταν ως επιλογή να καθησυχάσει τις ανησυχίες) ήταν μια ακόμα ένδειξη του πόσο έχει διαβρωθεί η δημοκρατία και οι θεσμοί. Η φυσικότητα με την οποία έσπευσε, από μόνος του, στην πρώτη δημόσια παρέμβασή του να επιβεβαιώσει τη σχέση του με τον Νίκο Χριστοδουλίδη, ενημερώνοντας ότι είχε συμβάλει με θέσεις και προτάσεις στο πρόγραμμά του, όση ειλικρίνεια κι αν κουβαλούσε, αναδείκνυε και την κανονικοποίηση της διαπλοκής και την απόλυτη επικράτηση της ασυδοσίας. Η οποία ξεκίνησε επί διακυβέρνησης Αναστασιάδη και μετατρέπεται πλέον σε νόρμα επί θητείας Χριστοδουλίδη.
Αν κάτι επιβεβαιώνεται μέσα από τους περισσότερους διορισμούς, στους οποίους προχώρησε ο Νίκος Χριστοδουλίδης, είναι πως όσοι συνέλαβαν στην εκλογή του έγιναν στην πορεία κομμάτι του κρατικού μηχανισμού. Είναι λες και το επιτελείο Χριστοδουλίδη έχει αναβαθμιστεί σε προεδρείο. Κι έχει πάρει τη θέση του κράτους. Από την ομάδα που δούλεψε γι’ αυτόν, ο Βίκτωρας Παπαδόπουλος ανέλαβε διευθυντής γραφείου Τύπου, ο Γιάννης Παναγιώτου υπουργός Εργασίας, η Μαρίνα Ευαγγέλου πήρε το Υφυπουργείο Προνοίας και ο Βασίλης Πάλμας πήρε με τη σειρά του το Υπουργείο Άμυνας για να υπηρετήσει την τρίτη σερί κυβέρνηση. Το ίδιο ίσχυσε και με τα συμβούλια ημικρατικών οργανισμών, όπου με τη συνδρομή και του γνωμοδοτικού συμβουλίου υπό τον Αρέστη (που επίσης ήταν ανάμεσα στους δεδηλωμένους υποστηριχτές του) βρήκαν θέση δεκάδες άλλοι υποστηριχτές και μέλη του επιτελείου του. Όπως θέση στον κρατικό μηχανισμό βρήκε και ο στενός οικογενειακός και φιλικός του περίγυρος. Με τον σύγαμπρο του, τις κουμπάρες του, τη στενή φίλη, την κόρη και αδελφή της Φιλίππας Καρσερά, ακόμα και την αισθητικό της, να βρίσκουν θέση και ρόλο στο Προεδρικό. Το πιο προβληματικό όμως είναι ότι σε αυτή τη μεγάλη λίστα υποστηριχτών που επιβραβεύθηκαν με δημόσια αξιώματα για τη στήριξη που έδωσαν προεκλογικά στον Πρόεδρο προστίθενται πλέον και όλοι οι ανεξάρτητοι θεσμοί που εκ τις θέσεώς τους θα έπρεπε να είναι εκεί για να ασκούν ανεξάρτητα τον έλεγχο. Τη θέση του κεντρικού τφφραπεζίτη ανέλαβε ένας άνθρωπος που ήταν βασικό στέλεχος του επιτελείου του Νίκου Χριστοδουλίδη. Το γεγονός ότι υπήρξε κομμάτι της ηγετικής πυραμίδας της Τράπεζας Κύπρου κατά την περίοδο κατάρρευσης της οικονομίας και το ότι εναντίον του είχαν ασκηθεί διοικητικές και ποινικές διώξεις αποδείχθηκαν λιγότερο σημαντικός παράγοντας σε σχέση με την ανάγκη να «αξιοποιηθεί» ένας υποστηριχτής. Και σήμερα αναλαμβάνει ως Γενικός Ελεγκτής ένας ακόμα άνθρωπος από το επιτελείο του. Επιβεβαιώνοντας το πώς ο Νίκος Χριστοδουλίδης αντιλαμβάνεται και χρησιμοποιεί το κράτος.
Τι εικόνα δίνεται, όμως, όταν όλοι οι διορισμοί ως κύριο γνώρισμά τους έχουν τη στήριξη που έδωσαν προεκλογικά στον Νίκο Χριστοδουλίδη; Κυρίως όμως, τι εικόνα στέλνεται όταν σε ρόλο ανεξάρτητων θεσμών τοποθετούνται άτομα που ήταν κομμάτι του επιτελείου του; Ποιο επίπεδο αμεροληψίας μπορούν να διασφαλίσουν αλλά και ποια εικόνα αξιοπιστίας μπορούν να εξυπηρετήσουν; Πώς θα πείσουν ότι μπαίνουν εκεί για να υπηρετήσουν τον θεσμό και την ανεξαρτησία του και όχι τον ίδιο τον Πρόεδρο; Ότι δεν θα λειτουργήσουν με τρόπο που δεν θα υπηρετεί αυτή την εξίσωση ανταλλαγμάτων; Και τελικά -με δεδομένη και την απουσία της οποιασδήποτε αξιοπιστίας από μέρους της Γενικής Εισαγγελίας- ποιος θα ασκήσει τον έλεγχο, αναλαμβάνοντας και την ευθύνη επαναφοράς της αξιοπιστίας των θεσμών σε μια εποχή που αυτή βρίσκεται στα τάρταρα; Υπάρχει όμως και κάτι που είναι εξίσου προβληματικό. Και δείχνει την απόλυτη διάβρωση του συστήματος. Η διαπλοκή κανονικοποιείται. Η σχέση εξουσίας με τους ανεξάρτητους κατά τα άλλα θεσμούς πηγαίνει σε άλλο επίπεδο όπου πλέον δεν επιχειρείται ούτε η διατήρηση των προσχημάτων. Αντίθετα, προβάλλεται ως κάτι φυσιολογικό. Δεν είναι απλά ότι γίνεται, διαφημίζεται κιόλας.
Αυτός ο νεποτισμός, το πάρε-δώσε, δεν έγινε κομμάτι της πολιτικής σήμερα, επί αυτής της διακυβέρνησης. Πάντοτε υπήρχε κομματικό αλισβερίσι και συχνά - πυκνά διορίζονταν φίλοι και συγγενείς. Η μαζικότητα, όμως, με την οποία έχει καταφύγει σε αυτόν ο Νίκος Χριστοδουλίδης, ο κυνισμός με τον οποίο τον έχει υιοθετήσει, σπεύδοντας να γεμίσει κάθε θέση ευθύνης με συγγενείς, φίλους και δεδηλωμένους υποστηριχτές είναι πρωτοφανής. Κανένας Πρόεδρος στο παρελθόν, ούτε καν ο Νίκος Αναστασιάδης, δεν αμφισβήτησε με τέτοια ένταση την αξιοκρατία και το μέτρο. Δεν ταύτισε σε τέτοιο βαθμό τον κρατικό μηχανισμό με τον ίδιο. Με ολόκληρο το δημόσιο και τους θεσμούς να έχουν εδώ και 20 μήνες ταχθεί στην υπηρεσία του Προέδρου (και να έχουν μετατραπεί ουσιαστικά σε επιτελείο του), αν κάτι εμπεδώνεται επί διακυβέρνησής του είναι η απομάκρυνση της πολιτικής ζωής από το οποιοδήποτε πολιτικό και ηθικό υπόβαθρο. Και η αντιμετώπιση του κράτους ως κάτι ιδιωτικό. Σε αυτό το κλίμα, διαμορφώνεται ένα απόλυτα προβληματικό πλαίσιο που γιγαντώνει τα πολιτικά ελλείμματα και αδιέξοδα: Επιβάλλει την ανικανότητα ως κύριο χαρακτηριστικό της κυβέρνησης, αφού οι φίλοι και οπαδοί αποδεικνύονται τις περισσότερες φορές εξίσου κακοί ή και χειρότεροι σε θέματα αντίληψης και ουσίας από τον ίδιο. Εμπεδώνει μια εικόνα απόλυτης διαπλοκής, φθείροντας περαιτέρω το ήδη καταρρακωμένο ηθικό ανάστημα του πολιτικού συστήματος, μεγεθύνοντας την απόσταση από την κοινωνία. Κυρίως όμως οδηγεί -με την ταύτιση των θεσμών με την ηγεσία- και τους θεσμούς στην απόλυτη απαξίωση. Παράλληλα με την εμπιστοσύνη προς το σύστημα, καταρρέει και οτιδήποτε θα μπορούσε να σταθεί ανάχωμα σε αυτή την ολοκληρωτική φθορά. Μαζί και όσο κράτος δικαίου έχει απομείνει.