Είχα πρόθεση να ασχοληθώ με τη χθεσινή συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου η οποία συγκλήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με αφορμή την επικείμενη μετάβασή του στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Όμως, θα ασχοληθώ με τις συνεδρίες του Εθνικού Συμβουλίου προσεχώς. Θα σχολιάσω σήμερα τη συμπεριφορά κάποιων βουλευτών στην Επιτροπή Ελέγχου της Βουλής. Μια συμπεριφορά που οδήγησε τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου κ. Τάσο Χριστοφίδη να εκφράσει δημόσια την αγανάκτησή του δηλώνοντας «μας συμπεριφέρονται λες και είμαστε εγκληματίες».
Δεν γνωρίζω όλα τα στοιχεία και τα δεδομένα που αφορούν το θέμα της ανέγερσης της δεύτερης φάσης φοιτητικών εστιών και συνεπώς δεν είμαι σε θέση να εκφέρω άποψη επί του κατά πόσο το πανεπιστήμιο ακολουθεί τις πλέον συμφέρουσες διαδικασίες. Ένα τέτοιο θέμα έχει μια σχετική πολυπλοκότητα και χρειάζεται σοβαρή και πολύωρη προσεκτική μελέτη για να σχηματίσει κάποιος άποψη. Και ίσως αν αυτός ο κάποιος δεν διαθέτει γνώσεις και εμπειρία του αντικειμένου να χρειαστεί βοήθεια από ειδικούς για να διαμορφώσει άποψη. Όμως, είμαι σε θέση να κρίνω συμπεριφορές και τοποθετήσεις πολιτικών προσώπων γενικά και ειδικά βουλευτών. Δεν είναι η πρώτη φορά που φιλοξενούμενοι σε συνεδρίες των Κοινοβουλευτικών Επιτρόπων φεύγουν πικραμένοι και αγανακτισμένοι από τη συμπεριφορά βουλευτών. Το θέμα είναι πολύ σοβαρό και πάει χρόνια πίσω.
Πριν από πολλά χρόνια, σε συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παιδείας, στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, η πρόεδρος της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής, μια κορυφαία καθηγήτρια, η Νέλλη Τσουγιοπούλου, έτυχε προσβλητικής και ταπεινωτικής μεταχείρισης από τον τότε πρόεδρο της Επιτροπής. Ακολούθησαν πολλά παρόμοια περιστατικά. Ασφαλώς οι βουλευτές θα πρέπει να μιλούν στις συνεδρίες των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών ελεύθερα και χωρίς φόβο. Αυτή η ελευθερία όμως δεν πρέπει να καταστρατηγεί τους κανόνες της ευπρέπειας και της ευγένειας. Όσοι προσκαλούνται στις συνεδρίες των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών είναι φιλοξενούμενοι του Κοινοβουλίου. Και συνεπώς δικαιούνται ευγενικής μεταχείρισης, σεβασμού και όλων όσων επιβάλλει η πανάρχαια αρετή της φυλής μας, η φιλοξενία. Και οι βουλευτές σαν πρόσωπα που τα παρακολουθεί ο υπόλοιπος κόσμος, πρέπει να είναι πρότυπα φιλοξενίας. Βέβαια, σαν λαός, δε λέμε πια «παρακαλώ». Δε λέμε «ευχαριστώ». Δε χαμογελάμε. Περπατάμε όλοι μουτρωμένοι, κατηφείς, σκυθρωποί, λες και έχουμε πάθει όλοι κάτι. Κοιτάζω τους ανθρώπους που περπατούν στους δρόμους και μου δίνουν την εντύπωση ότι λαμβάνουν μέρος σε μια λυπημένη παρέλαση. Δε χαιρόμαστε με τη χαρά του άλλου. Μας φταίει πάντα κάποιος. Έχουμε πάντα μια αρνητική ιστορία να πούμε. Βλέπουμε τους πάντες και τα πάντα με καχυποψία. Και τους συμπεριφερόμαστε ανάλογα. Οι βουλευτές είναι κομμάτι αναπόσπαστο αυτής της κοινωνίας και συνεπώς συμπεριφέρονται σαν εμάς. Όμως, γιατί; Είναι τόσο δύσκολο να αντιληφθούν ότι ανήκουν στα ηγετικά πρόσωπα αυτής της κοινωνίας, και όπως συμβαίνει με τους γονείς και τα παιδιά, με το παράδειγμά τους προσδιορίζουν τις αξίες και τις συμπεριφορές των απλών πολιτών; Όταν οι ηγέτες μιας κοινωνίας συμπεριφέρονται αγενώς προς τους φιλοξενούμενούς τους, τότε η νοοτροπία της αγένειας διαχέεται προς την κοινωνία. Όπως πολύ σοφά υποστηρίζει ο λαός μας, πράγματι «το ψάρι βρομά από το κεφάλι». Από τα όσα διάβασα στα ΜΜΕ, ο πρύτανης του πανεπιστημίου και ο επικεφαλής των τεχνικών του υπηρεσιών εξήγησαν λεπτομερώς τους λόγους της καθυστέρησης και δεν είπαν τίποτα που να δικαιολογεί τη μεταχείριση που έτυχαν από τους βουλευτές. Προφανώς κάποιοι βουλευτές στην προσπάθειά τους να τύχουν προβολής από τα ΜΜΕ επεδόθησαν σε ατάκες και σε χαρακτηρισμούς, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους ότι ενώπιόν τους ήταν ο πρύτανης του Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της χώρας μας, ο οποίος εξ αυτού και μόνο του αξιώματός του δικαιούται σεβασμού και από τον τελευταίο πολίτη.
Στόχος των βουλευτών ήταν προφανώς να «πείσουν» ή να «αναγκάσουν» το πανεπιστήμιο να αλλάξει τους σχεδιασμούς του στο θέμα της ανέγερσης των εστιών. Όμως, μια τέτοια προσπάθεια, μια τέτοια αλλαγή, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία αν δεν εξασφαλιστεί η συμπόρευση των διοικούντων του πανεπιστημίου, αλλά και η υποστήριξη της κοινωνίας. Όμως, η κοινωνία, πώς να εμπιστευτεί βουλευτές που ασχημονούν και που με τη συμπεριφορά τους αδυνατούν να δώσουν το παράδειγμα, να πείσουν, να εμπνεύσουν και να κερδίσουν τη δέσμευση των πολιτών; Πώς, για παράδειγμα, να πείσουν την κοινωνία ότι είναι ορθά αυτά που λένε, όταν συχνά άλλα λένε και άλλα κάνουν; Πώς να πείσουν ότι νοιάζονται πράγματι για το δημόσιο χρήμα όταν για χρόνια αδυνατούν να δώσουν τέρμα με μια νομοθετική ρύθμιση στο πελώριο σκάνδαλο των πολλαπλών συντάξεων; Πώς να πείσουν ότι νοιάζονται για το Πανεπιστήμιο Κύπρου και τα άλλα δημόσια πανεπιστήμια όταν κάποιοι από αυτούς έχουν «πελατειακές» σχέσεις με τους ιδιοκτήτες ιδιωτικών πανεπιστημίων; Πώς να πείσουν ότι αυτά που υποστηρίζουν είναι εφικτά και προς το δημόσιο συμφέρον όταν συνεχώς μας «παραμυθιάζουν» και στην πορεία μας απογοητεύουν με «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα»; Πώς να τους εμπιστευτούμε όταν κάποιοι από αυτούς έχουν κτίσει «συνεργασίες» με τον Γενικό Ελεγκτή και γίνονται στη Βουλή φερέφωνά του ακόμα και για θέματα που οι θέσεις του ολοφάνερα δεν είναι ορθές ή εξόφθαλμα εκτός των αρμοδιοτήτων του; Το Πανεπιστήμιο Κύπρου έχει φυτέψει στις καρδιές εκατοντάδων αποφοίτων του τα άνθη του ανθρώπινου κόσμου, της αυθεντικής ζωής και της αληθινής ευημερίας. Έχει δώσει στην κοινωνία μας δεκάδες νέους που έχουν διδαχθεί και θέλουν να ξεριζώσουν από την κοινωνία μας το κακό, την απάτη, την κερδοσκοπία, τον κυνισμό, την απληστία, τη διαφθορά. Ως εκ τούτου, οι εκπρόσωποί του πρέπει να τυγχάνουν σεβασμού και όχι να προπηλακίζονται.