Του Ανδρέα Γρ. Ορφανίδη*
Ηπροοπτική ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ αποτελεί ένα από τα πλέον καίρια ζητήματα που βρίσκονται στο επίκεντρο των στρατηγικών διαβουλεύσεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Η συνάντηση του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν, με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, στον Λευκό Οίκο αναζωπύρωσε τη συζήτηση σχετικά με τη δυνατότητα της Κύπρου να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Ο στρατηγικός διάλογος μεταξύ Κύπρου και ΗΠΑ, που ενισχύεται διαρκώς τα τελευταία χρόνια, προσδίδει νέα δυναμική στη θέση της Κύπρου στο δυτικό σύστημα ασφάλειας. Ωστόσο, παρά τις ευκαιρίες που ανοίγονται, οι προκλήσεις και τα εμπόδια που παραμένουν είναι πολυάριθμα και αλληλένδετα.
Η συνάντηση Μπάιντεν-Χριστοδουλίδη επιβεβαίωσε την ενισχυμένη σχέση Κύπρου και Ηνωμένων Πολιτειών, με ιδιαίτερη έμφαση στη συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας. Πλέον, οι ΗΠΑ βλέπουν τη Λευκωσία ως αξιόπιστο εταίρο στην Ανατολική Μεσόγειο, ειδικά υπό το πρίσμα των ενεργειακών σχεδιασμών και της ανάγκης σταθεροποίησης της περιοχής. Από την πλευρά της, η Κυπριακή Δημοκρατία επενδύει στην ενίσχυση της στρατηγικής της θέσης, αναγνωρίζοντας ότι η γεωγραφική της θέση και οι ενεργειακοί της πόροι την καθιστούν κρίσιμο κόμβο στο πλαίσιο των δυτικών συμφερόντων.
Οι προοπτικές ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ συνδέονται άρρηκτα με την αλλαγή της γεωπολιτικής αρχιτεκτονικής στην περιοχή. Η στρατηγική σημασία της Κύπρου αυξάνεται λόγω της εγγύτητάς της σε περιοχές κρίσης, όπως η Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική, ενώ οι ενεργειακοί της πόροι την εντάσσουν στον ευρύτερο σχεδιασμό για την ενεργειακή διαφοροποίηση της Ευρώπης. Ταυτόχρονα, η ενίσχυση της συνεργασίας Ευρωπαϊκής Ένωσης(ΕΕ)-ΝΑΤΟ, στην οποία η Κύπρος συμμετέχει ως κράτος-μέλος της ΕΕ, μπορεί να αποτελέσει βασικό άξονα για τη μεγαλύτερη ενσωμάτωσή της στις δυτικές δομές ασφαλείας.
Παρ' όλα αυτά, η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις. Το πιο σημαντικό εμπόδιο είναι η αντίθεση της Τουρκίας, η οποία ως κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ διαθέτει δικαίωμα βέτο. Η Άγκυρα, η οποία δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, θεωρεί ότι οποιαδήποτε ένταξη της Κύπρου στη Συμμαχία θα ενίσχυε τη θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς σε βάρος της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Η τουρκική θέση συνδέεται άμεσα με το κυπριακό ζήτημα, καθώς η Άγκυρα υποστηρίζει ότι καμία διεθνής πρωτοβουλία που σχετίζεται με την Κύπρο δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς τη συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων ως ισότιμου μέρους. Επιπλέον, η τουρκοκυπριακή κοινότητα εκλαμβάνει την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ ως μονομερή ενέργεια, η οποία θα υπονόμευε την επιδίωξη της μορφής λύσης στο Κυπριακό που εκείνη επιδιώκει αυτή τη στιγμή. Από την άλλη, στην ελληνοκυπριακή κοινότητα υπάρχουν ιστορικές ευαισθησίες σχετικά με τον ρόλο που διαδραμάτισε το ΝΑΤΟ στα γεγονότα του 1974, γεγονός που προκαλεί αντιδράσεις σε τμήμα του πληθυσμού. Αν και αυτές οι ευαισθησίες έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της αλλαγής των γεωπολιτικών δεδομένων, εξακολουθούν να αποτελούν παράγοντα που επηρεάζει την κοινή γνώμη.
Η στάση των Ηνωμένων Πολιτειών προς την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ είναι προσεκτική. Η Ουάσινγκτον υποστηρίζει τη στρατηγική σύγκλιση της Κύπρου με τη Δύση, αλλά αποφεύγει να πιέσει άμεσα για την ένταξή της στο ΝΑΤΟ, αναγνωρίζοντας την πολυπλοκότητα των σχέσεων με την Τουρκία. Οι ΗΠΑ δίνουν προτεραιότητα στη διατήρηση της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο και επιδιώκουν να αποφύγουν κινήσεις που θα επιδείνωναν τις ήδη τεταμένες σχέσεις τους με την Άγκυρα. Παράλληλα, προσπαθούν να αξιοποιήσουν τη συνεργασία με την Κύπρο ως μέσο για την ενίσχυση της περιφερειακής ασφάλειας, χωρίς να προκαλέσουν μεγάλες γεωπολιτικές αναταράξεις.
Παρά τα εμπόδια, υπάρχουν συγκεκριμένα βήματα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη σύγκλιση της Κύπρου με το ΝΑΤΟ. Η συμμετοχή στο Πρόγραμμα Συνεργασίας για την Ειρήνη αποτελεί έναν ενδιάμεσο στόχο, ο οποίος θα μπορούσε να διευκολύνει τη σταδιακή ένταξη της Κύπρου στις δυτικές δομές ασφαλείας χωρίς να προκαλέσει άμεσες αντιδράσεις από την Τουρκία. Επιπλέον, η εμβάθυνση της συνεργασίας με τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα στον τομέα της αναβάθμισης των στρατιωτικών εγκαταστάσεων, της στρατιωτικής εκπαίδευσης και των κοινών ασκήσεων, θα μπορούσε να ενισχύσει την αξιοπιστία της Κύπρου ως στρατηγικού εταίρου. Παράλληλα, η Κύπρος μπορεί να αξιοποιήσει τον ρόλο της στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης ως διαπραγματευτικό πλεονέκτημα για την ενίσχυση της θέσης της στο δυτικό στρατόπεδο.
Η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ παραμένει μια πολύπλοκη και μακροπρόθεσμη πρόκληση. Αν και η γεωπολιτική θέση της Κύπρου και οι βελτιωμένες σχέσεις με τις ΗΠΑ δημιουργούν ευκαιρίες, τα πολιτικά και διπλωματικά εμπόδια είναι σημαντικά. Η επίλυση του Κυπριακού αποτελεί την πιο κρίσιμη προϋπόθεση για οποιαδήποτε κίνηση προς την κατεύθυνση αυτή. Η Κυπριακή Δημοκρατία, ωστόσο, μπορεί να συνεχίσει να ενισχύει τη στρατηγική της θέση μέσα από έμμεσες συνεργασίες με το ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες, διατηρώντας παράλληλα την ευελιξία να προσαρμόζεται στις γεωπολιτικές εξελίξεις. Η σταδιακή ενσωμάτωση της Κύπρου στις δυτικές δομές ασφαλείας μπορεί να επιτευχθεί με βήματα που δεν θα προκαλέσουν άμεσες αντιδράσεις, όπως η συμμετοχή στο Πρόγραμμα Συνεργασίας για την Ειρήνη και η διεύρυνση της συνεργασίας της με τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ μέσω διμερών και πολυμερών σχημάτων. Η Κυπριακή Δημοκρατία μπορεί, επίσης, να συνεχίσει να εστιάζει στη διασύνδεση της στρατηγικής της ασφάλειας με τις ενεργειακές της προοπτικές. Οι εξελίξεις στον τομέα της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, όπως ο αγωγός EastMed και οι ενεργειακές συμμαχίες με χώρες όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος, προσφέρουν στην Κύπρο τη δυνατότητα να παρουσιάσει τον εαυτό της ως παράγοντα σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο. Παράλληλα, η Κύπρος θα πρέπει να συνεχίσει να καλλιεργεί τη θετική εικόνα της ως αξιόπιστου εταίρου στις Ηνωμένες Πολιτείες, εστιάζοντας σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος, όπως η αντιτρομοκρατία, η θαλάσσια ασφάλεια και η ανθρωπιστική βοήθεια. Η διατήρηση της ισχυρής διμερούς σχέσης με την Ουάσινγκτον είναι ζωτικής σημασίας, καθώς οι ΗΠΑ διαδραματίζουν ρόλο-κλειδί στην ισορροπία ισχύος της περιοχής.
Συνοψίζοντας, η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ δεν είναι μια εύκολη ή άμεση διαδικασία. Οι διαβουλεύσεις μεταξύ Λευκωσίας και Ουάσινγκτον αποτελούν μια θετική εξέλιξη που ενισχύει τη θέση της Κύπρου, αλλά οι γεωπολιτικές και ιστορικές πραγματικότητες καθιστούν τον στόχο αυτό μακροπρόθεσμο. Η στρατηγική της Κύπρου πρέπει να παραμείνει πολυδιάστατη, εστιάζοντας στην ενίσχυση της συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ μέσω ευέλικτων και σταδιακών προσεγγίσεων, με απώτερο στόχο την επίτευξη μιας δίκαιης και διαρκούς λύσης στο Κυπριακό, συνδεδεμένη με ένταξη στο ΝΑΤΟ. Μόνο με αυτόν τον τρόπο η Κύπρος θα μπορέσει να διασφαλίσει την ασφάλεια και την ευημερία της, ενώ θα συνεχίσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο περιφερειακό γεωπολιτικό σκηνικό.
*Καθηγητή-ανθρωπολόγου στο Philips University, πρώην πρύτανη και πρώην πρoέδρου του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ιδρυμάτων Ανώτερης Εκπαίδευσης (EURASHE)