Η πτώση των χρηματαγορών τη Δευτέρα που μας πέρασε, επανέφερε μνήμες της Μαύρης Δευτέρας του 1987 (έμεινε στην Ιστορία ως το απροσδόκητο και σοβαρό κραχ των χρηματαγορών). Τότε το Χρηματιστήριο στις ΗΠΑ είχε απωλέσει πέραν του 20% της αξίας του σε μια μέρα, καταποντίζοντας τις αξίες των εταιρειών και δημιουργώντας ένα αλυσιδωτό σπιράλ αρνητικών συνεπειών. Η απάντηση της Κεντρικής Τράπεζας της Αμερικής (FED), τότε, ήταν άμεση, χρησιμοποιώντας τα αποθεματικά της για να στηρίξει το δολάριο και την οικονομία μέσα από ένα πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, μέσα από τη νομισματική της πολιτική.
Η πτώση των χρηματιστηριακών δεικτών, στις αρχές της βδομάδας που μας πέρασε, αποτέλεσε υπενθύμιση για τις εύθραυστες οικονομικές ισορροπίες που υπάρχουν στο διεθνές σκηνικό. Το «σκηνικό καταιγίδας» που δημιουργήθηκε περιορίστηκε τις επόμενες μέρες, με τις αγορές να ανακάμπτουν εν μέρει. Το ζητούμενο είναι αν το φαινόμενο ήταν προσωρινό ή αναμένεται να επανέλθει.
Σημειώνεται δε ότι η πτώση δεν αφορούσε μόνο μια αγορά, αλλά ξεκίνησε πρωί από τις ασιατικές αγορές, πέρασε στις ευρωπαϊκές το μεσημέρι και το βράδυ στους αμερικανικούς χρηματιστηριακούς δείκτες, οι οποίοι κατέγραψαν σημαντικές απώλειες.
Οι αγορές των κρυπτονομισμάτων παρουσίασαν επίσης σημαντική πτώση, κάτι που ήταν αναμενόμενο εφόσον οι επενδυτές σε περιόδους «κρίσεων» αποεπενδύουν από αγορές με υψηλότερο ρίσκο με σκοπό να προφυλάξουν το κεφάλαιό τους.
Οι κυριότεροι λόγοι που φαίνεται να οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα είναι τα στατιστικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν για την οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής αλλά και η κλιμακούμενη κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Την ίδια στιγμή τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν την πορεία των μεγάλων οικονομιών της Ευρώπης δεν είναι θετικά, με τη γερμανική οικονομία να συρρικνώνεται κατά 0,1%.
Στην Αμερική, τα οικονομικά στοιχεία που αφορούν τη μεταποιητική δραστηριότητα κατέδειξαν πτώση για τέταρτο συνεχόμενο μήνα, ενώ η δημιουργία και διάθεση νέων θέσεων εργασίας ήταν πολύ πιο κάτω του αναμενόμενου, αποτελώντας προμήνυμα για πτώση στην επιχειρηματική δραστηριότητα. Την ίδια στιγμή απογοητευτικά ήταν και τα αποτελέσματα εξαμήνου πολλών αμερικανικών τραπεζών, κυρίως αυτών που ασχολούνται με την τεχνολογία.
Αυτό καταδεικνύει τη σημαντική διασύνδεση μεταξύ των οικονομιών διεθνώς αλλά και το μέγεθος των προκλήσεων, ενώ διαφαίνεται ότι οι χρηματαγορές δεν είναι πλέον διαθέσιμες να χωνέψουν με ψυχραιμία τα αρνητικά γεγονότα.
Όσο καθυστερεί η μείωση των επιτοκίων στις ΗΠΑ, οι επενδυτές φαίνεται να μην επενδύουν στη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, με πολλούς αναλυτές να επισημαίνουν ότι ενδεχομένως οι κεντρικές τράπεζες να έχουν μείνει και πάλι πίσω από τα γεγονότα. Είναι για αυτό τον λόγο που πυκνώνουν οι εκτιμήσεις ότι η FED θα προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων κατά 0,50% τον Σεπτέμβριο αντί για 0,25% που αρχικά αναμενόταν.
H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία, όπως καταγράφονται τώρα, για την πορεία των οικονομιών της Ευρωζώνης και την πορεία του πληθωρισμού, ενδεχομένως να επαναρχίσει τις μειώσεις των επιτοκίων.
Σημειώνεται ότι ένας άλλος λόγος που προκάλεσε αναστάτωση στις αγορές ήταν η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας της Ιαπωνίας για αύξηση 0,25% των επιτοκίων (υπενθυμίζεται ότι η Κεντρική Τράπεζα της χώρας δεν ακολούθησε τις πολιτικές των άλλων Κεντρικών Τραπεζών όσον αφορά τις αυξήσεις επιτοκίων) με σκοπό τη στήριξη του εγχώριου νομίσματος, του γιεν, και την αντιμετώπιση του αυξανόμενου πληθωρισμού.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα στον ξένο Τύπο, η πτώση ενδεχομένως να οφείλεται και στο κλείσιμο/εκκαθάριση θέσεων carry trades, δηλαδή στον δανεισμό σε νομίσματα με χαμηλότερα επιτόκια, όπως το γιεν και το ελβετικό φράγκο και η επένδυση των κεφαλαίων σε επενδυτικά/περιουσιακά στοιχεία με υψηλότερες αποδόσεις.
Σε όλα αυτά προστίθεται και η αυξανόμενη ένταση στη Μέση Ανατολή που προκαλεί αστάθεια στη γύρω περιοχή, αλλά και μεγάλη ανησυχία στο ενδεχόμενο επέκτασης των συγκρούσεων με τη συμμετοχή του Ιράν και άλλων αραβικών χωρών. Η αποσταθεροποίηση και η αβεβαιότητα που δημιουργείται προκαλεί σημαντικά προβλήματα, ακόμη κι αν δεν υπάρξει ένταση στις εχθροπραξίες. Πολλές επενδύσεις και ταξίδια ενδεχομένως να ματαιωθούν, ενώ τα προβλήματα στο διεθνές εμπόριο θα ενταθούν.
Στην οικονομική θεωρία όλες οι οικονομίες παρουσιάζουν κυκλικότητα, με περιόδους ανάπτυξης, διόρθωσης και ύφεσης. Υπό μια έννοια, μπορεί κανείς να προσομοιάσει αυτή την κυκλικότητα με τις τέσσερεις εποχές του χρόνου, με το ζητούμενο η περίοδος ύφεσης να είναι μια μπόρα και όχι βαρυχειμωνιά. Σε κάθε περίπτωση, αυτή την περίοδο, παρά τις κίτρινες προειδοποιήσεις για ζέστη, τα οικονομικά σύννεφα πυκνώνουν (είναι και η περίοδος κατά την οποία τα μηναλλάγια καταδεικνύουν τι χειμώνα να αναμένουμε).
Το ζητούμενο για κάθε οικονομία αντανακλά στο πόσο προετοιμασμένη είναι στην περίπτωση ύφεσης και η ανθεκτικότητα που έχει, σε περίπτωση αρνητικών εξελίξεων. Σε ένα διαφοροποιημένο πολιτικό και οικονομικό διεθνές περιβάλλον, όλες οι οικονομίες αναμένεται να επηρεαστούν από ενδεχόμενη ύφεση, ανάλογα του πόσο εξωγενείς είναι. Αν σε αυτό προστεθούν και οι αρνητικές εξελίξεις που έφερε η πανδημία, οι προκλήσεις γίνονται ακόμη μεγαλύτερες.