«Οι μάζες δεν διψούν για αλήθεια. Όποιος μπορεί να τις προμηθεύσει με ψευδαισθήσεις γίνεται εύκολα ο κυρίαρχός τους. Όποιος προσπαθήσει να διαλύσει τις ψευδαισθήσεις τους γίνεται εύκολα θύμα τους»
Γουσταύος Λε Μπον
Γάλλος ανθρωπολόγος (1841-1931)
‘Όταν αναφερόμαστε στον λαϊκισμό εννοούμε συνήθως ένα συγκεκριμένο στυλ πολιτικής. Θα απογοητεύσω όμως τους αναγνώστες μου αν πω ότι σχεδόν όλοι οι κοινωνικοί επιστήμονες και οι πολιτικοί αναλυτές συμφωνούν ότι δεν υπάρχει ακριβής ή ομοιόμορφος ορισμός του «λαϊκισμού». Αντιθέτως, ο όρος θεωρείται ασαφής και υποκειμενικός, καθώς χρησιμοποιείται συχνά στις δημόσιες συζητήσεις ως ένα είδος «δολοφονικού επιχειρήματος» για να υπονομεύσει τις αντίθετες απόψεις. Χρησιμοποιείται από διαφορετικά πολιτικά στρατόπεδα, είτε από την αριστερά είτε από τη δεξιά, και μπορεί να χρεωθεί με άλλες πρόσθετες ιδεολογίες. Στην περίπτωση του δεξιού λαϊκισμού, αυτές περιλαμβάνουν τον ριζοσπαστικό εθνικισμό, την ξενοφοβία και την ομοφοβία.
Αν και δεν υπάρχει ένας και μοναδικός ορισμός του λαϊκισμού, εντούτοις, μπορούν να του αποδοθούν ορισμένα χαρακτηριστικά. Γενικά οι λαϊκιστές προκαλούν φόβο και ανασφάλεια εστιάζοντας σε αρνητικές ιστορίες και απαισιόδοξες προβλέψεις για το μέλλον. Προειδοποιούν για τους υποτιθέμενους κινδύνους που εγκυμονούν ορισμένες ομάδες του πληθυσμού, όπως οι εθνικές μειονότητες, οι φεμινίστριες, τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα ή οι μετανάστες. Ισχυρίζονται ότι άλλοι ενδιαφερόμενοι, όπως τα πολιτικά κόμματα και οι ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν αντιλαμβάνονται τους κινδύνους που ελλοχεύουν για το έθνος. Γράφοντας γι΄αυτό το θέμα, οι συνειρμοί μου πηγαίνουν στην εγκύκλιο του Αρχιεπισκόπου Γεώργιου για τη γιορτή των Χριστουγέννων 2024. Για πολλοστή φορά λιθοβόλησε τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό και για νιοστή φορά έσπειρε τον φόβο της κατάληψης και τουρκοποίησης ολόκληρης της Κύπρου.
Λυπάμαι να παρατηρήσω ότι η εισήγηση του προκαθημένου της Εκκλησίας να εγκαταλείψουμε την παρούσα διαδικασία, την οποία υποστηρίζουν τα ΗΕ, η ΕΕ, η Ελλάδα, συνιστά ανευθυνολογία. Εγκατάλειψη της επιδίωξης της ΔΔΟ θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην αναγνώριση της λεγόμενης τουρκικής δημοκρατίας βόρειας Κύπρου, όχι μόνο από τα τουρκογενή κράτη αλλά, έστω απρόθυμα, από όλα τα κράτη-μέλη του ΟΗΕ. Όπως όλοι γνωρίζουμε, η Εκκλησία της Κύπρου ήταν η ηγέτιδα πολιτική δύναμη πριν την ανεξαρτησία και ως τέτοια χρεώνεται με το μεγαλύτερο ιστορικό λάθος, τουτέστιν την επιδίωξη της ένωσης με ένοπλα μέσα, ενός ανέφικτου στόχου, λες και θα γινόμασταν περισσότερο Έλληνες αν μας διοικούσαν Ελλαδίτες. Αν η μισή Κύπρος τούρκεψε και 160.000 εκτοπίστηκαν οφείλονται στην Εκκλησία που δεν λογάριασε, όπως είθισται να ενεργούν οι λαϊκιστές, τις συνέπειες των αποφάσεών της ή των παροτρύνσεών της. Ίσως είναι γι' αυτόν τον λόγο που όταν διαβάζω τις δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου κατά της ΔΔΟ ή περί νέου πλαισίου διαπραγματεύσεων νιώθω ένα αίσθημα déjà vu -το αίσθημα ότι έχω βιώσει κάτι παρόμοιο στο παρελθόν. Και πώς να ήταν αλλιώς όταν η άρνησή μας να αποδεχθούμε τη Διασκεπτική του 1948 και μετά, το 1956, τις προτάσεις Χάρτινγκ οδήγησε τελικά στη μετατροπή της Κύπρου από αποικία σε προτεκτοράτο τριών χωρών. Εν κατακλείδι, η τουρκοποίηση της Κύπρου, την οποία κάθε λίγο και λιγάκι μάς υπενθυμίζει ο Αρχιεπίσκοπος, θα γίνει -κι εδώ έγκειται η μεγάλη ειρωνεία- αν παρεκκλίνουμε από τον στόχο της ΔΔΟ όπως διαλαλεί ο ηγέτης της Εκκλησίας. Το Κυπριακό δεν είναι θέμα αποκλειστικά εισβολής και κατοχή,ς όπως λέει ο Αρχιεπίσκοπος. Το πρόβλημα της Κύπρου ήταν η μοιρασιά της εξουσίας μεταξύ Ε/Κ και Τ/Κ και υπήρχε πολύ πριν την τούρκικη εισβολή. Μεταξύ 1968 και 1974 διεξάγονταν συνομιλίες μεταξύ Κληρίδη και Ντενκτάς για τη λύση του Κυπριακού και άρα δεν είναι τόσο απλό το πρόβλημα όπως το θέτει ο κ. Γεώργιος. Η Τουρκία δεν εισέβαλε στην Κύπρο «μίαν ωραίαν πρωίαν» επειδή έτσι της κάπνισε. Για να φύγει πρέπει -και φαντάζει λογικό στη διεθνή κοινότητα- να επιτευχθεί μια λύση.
Εν περιλήψει, θα ήτανε καλύτερα αν ο Αρχιεπίσκοπος περιοριστεί στα θρησκευτικά του καθήκοντα και αφήσει ελεύθερη την εκλεγμένη ηγεσία της Κύπρου να οδηγήσει, αν τα καταφέρει, το σκάφος της πατρίδας, μακριά από τα πολύ φουρτουνιασμένα νερά. Η άποψη που έχει για το Κυπριακό δεν πρέπει να έχει περισσότερη βαρύτητα από την άποψη του οποιουδήποτε άλλου πολίτη. Πέρασε η εποχή που ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος ήταν και συνάμα Εθνάρχης.
Δυστυχώς ο Αρχιεπίσκοπος, ως θρησκευτικός ηγέτης, επιδιώκει να επιβάλει τη θέληση του «ποιμνίου» του (την ε/κ κοινότητα) ενάντια σε όλα όσα θεωρεί εμπόδια και να το προστατεύει από υποτιθέμενους κινδύνους που απειλούν τον παραδοσιακό τρόπο ζωής. Γι' αυτό αναμένει από όλους να συμφωνούν μαζί του. Για παράδειγμα, θεωρεί την ομοφυλοφιλία ότι είναι «εκτροπή από τη φύση». Όμως πολυάριθμες επιστημονικές μελέτες έχουν αποδείξει ότι το φύλο δεν είναι μόνο αρσενικό ή θηλυκό. Αντίθετα, είναι μια συνέχεια που προκύπτει από τη γενετική σύνθεση ενός ατόμου (βλ. Science magazine, 2019 Issue). Παρ' όλα αυτά, εξακολουθούν να υφίστανται παρανοήσεις ότι η έλξη για το ίδιο φύλο είναι μια επιλογή που δικαιολογεί την καταδίκη ή τη μεταστροφή και οδηγεί σε διακρίσεις και διώξεις και γι' αυτό το κοινωνικό φαινόμενο φέρει ευθύνη και ο Αρχιεπίσκοπος. Όσο δε αφορά τον μεταναστευτικό κίνδυνο, σαφώς ο Αρχιεπίσκοπος παραποιεί τα γεγονότα. Σε συνέντευξή του στο Euronews το 2023 σημειώνει πως το μεταναστευτικό «έχει γίνει όργανο στα χέρια της Τουρκίας για αλλοίωση των δημογραφικών αποτελεσμάτων στην ελεύθερη περιοχή της Κύπρου». Ένας τέτοιος ισχυρισμός μόνο θυμηδία προκαλεί. Πρώτον, οι περισσότεροι μετανάστες έρχονται από τη Συρία ή τον Λίβανο ή την Αφρική μέσω Κωνσταντινούπολης χωρίς την ανάμειξη της Τουρκίας. Δεύτερον το 2023 (που έγινε η συνέντευξη) έφυγαν περισσότεροι μετανάστες από την Κύπρο απ’ όσοι ήρθαν. Οι επιστροφές αυξήθηκαν κατά 55%, ενώ οι αφίξεις μειώθηκαν κατά 50%.
Οικονομολόγος, κοινωνικός επιστήμονας