Επανερχόμαστε σε ένα θέμα το οποίο πρέπει η πολιτεία να το εξετάσει πολύ σοβαρά γιατί γινόμαστε ρεντίκολο διεθνώς. Πού ακούστηκε, μια συνδικαλιστική οργάνωση να επεμβαίνει στα του Πανεπιστημίου Κύπρου και μάλιστα σε αυτήν την περίπτωση, με θέμα αδιάθετες θέσεις, απαιτώντας να μην δοθούν σε αποφοίτους ιδιωτικών σχολείων με GCE ή άλλες ιδίου επιπέδου εξετάσεις. Για μια ακόμη φορά, η ΟΕΛΜΕΚ, το χτιν τζιαι το χτοσιέρι, όσον αφορά τα κριτήρια που το Πανεπιστήμιο Κύπρου θα δέχεται απόφοιτους ιδιωτικών σχολείων, τα οποία αγγίζουν τα όρια του παραλόγου και σίγουρα πρέπει να καταγραφούν στο βιβλίο Γκίνες. Είναι εξωφρενικό και μοναδικό παγκοσμίως φαινόμενο, μια συνδικαλιστική οργάνωση να υπαγορεύει όρους σχετικά με τα κριτήρια για την εισδοχή φοιτητών, και μάλιστα με υπεράριθμες θέσεις που δεν επηρεάζουν ποσώς τους μαθητές των δημοσίων σχολείων σ’ ένα αυτόνομο ίδρυμα όπως είναι το Πανεπιστήμιο Κύπρου. Η απόφαση του Πανεπιστημίου Κύπρου για εισδοχή άριστων φοιτητών με κριτήρια των GCE A Level έδωσε ξανά την ευκαιρία σ’ ένα αλαλούμ επιχειρημάτων που σίγουρα βρίσκεται εκτός «χώρου και χρόνου». Και εξηγούμεθα:
Καταρχάς, το επιχείρημα ότι τα GCE -και το τονίζω, A Level- είναι πιο εύκολη εξέταση από τις παγκύπριες εξετάσεις, έχει τεθεί σίγουρα από αδαείς περί των πιο πάνω εξετάσεων, οι οποίες και πιο δύσκολες είναι και το πιο σημαντικό, περιλαμβάνουν ερωτήσεις που απαιτούν κριτική σκέψη και άλλες ανώτερες νοητικές λειτουργίες και δεν μπορείς να τις βρεις αυτούσιες στο βιβλίο και να τις «παπαγαλίσεις»: Όσον αφορά τώρα τις διακρίσεις εις βάρος των μαθητών του δημόσιου σχολείου, πιστεύω ότι και εδώ αιθεροβατούν οι πολέμιοι των GCE επειδή έπρεπε να λάβουν υπόψη ότι αδικημένοι είναι οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων που καλούνται να παρακαθίσουν στις παγκύπριες εξετάσεις, ενώ έχουν επιλέξει με τις ευλογίες και την αναγνώριση της πολιτείας να ακολουθήσουν ένα διαφορετικό αναλυτικό πρόγραμμα που οδηγεί στα GCE A Level.
Το επιχείρημα που πομπωδώς τίθεται για «δράκιασμα» της παραπαιδείας είναι γελοίο, αφού τα κριτήρια των GCE αφορούν μόνο τους μαθητές ιδιωτικών σχολείων και στηρίζονται στο δικό τους αναλυτικό πρόγραμμα, και το ξανατονίζω, που αναγνωρίζεται από την πολιτεία. Με άλλα λόγια, η παραπαιδεία, δυστυχώς, θα συνεχισθεί μόνο με στόχο την επιτυχία στις παγκύπριες εξετάσεις από μαθητές των δημοσίων σχολείων.
Σε ποιο πανεπιστήμιο ανά την υφήλιο υπάρχει απόλυτη ομοιομορφία κριτηρίων για εισδοχή, χωρίς αυτό το αυτόνομο ανώτατο ακαδημαϊκό ίδρυμα να μην έχει την εξουσία να τα διαφοροποιεί με τη σοφία που σίγουρα διακρίνει ένα τέτοιο ίδρυμα;
Εν κατακλείδι, θα ήθελα να τονίσω ότι οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων ζουν σε μια δημοκρατική χώρα και έχουν επιλέξει να παρακαθίσουν εισαγωγικές εξετάσεις για να γίνουν δεκτοί στα ιδιωτικά σχολεία της αρεσκείας τους και να επιβαρύνονται οικονομικά χωρίς να υπάρχει καμία ελάφρυνση από τον φόρο εισοδήματος, με κέρδος για το κράτος γύρω στις €20.000 αν δεν κάνω λάθος, για κάθε μαθητή που έχει ακολουθήσει αυτήν την επιλογή. Είναι γι’ αυτό που πρέπει να αντιληφθούμε ότι είναι και αυτοί παιδιά μας και πρέπει να υπάρχει η πρόνοια της πολιτείας για να μην αδικούνται. Ξεχνούν πολλοί ότι το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, έχοντας αυτά τα παιδιά υπό τη σκέπη του, πράττει ό,τι είναι δυνατό για να προσφέρει οποιαδήποτε βοήθεια και φροντίδα μέσα στα πλαίσια του νόμου που καθορίζονται από την πολιτεία.
Τα δημόσια σχολεία δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν από τα ιδιωτικά σχολεία. Και ας μην ξεχνάμε ότι κάθε σύγκριση επιπέδων με τα ιδιωτικά σχολεία δεν μπορεί να γίνει με αντικειμενικά κριτήρια, αφού στο δημόσιο σχολείο δεν γίνεται επιλογή μαθητών, που σίγουρα κάνει το έργο του ασυγκρίτως πιο δύσκολο.
Όσον αφορά το Πανεπιστήμιο Κύπρου, πιστεύω ότι καλώς πράττει όσον αφορά αυτό το θέμα. Και πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων αποτελούν περίπου το 20% του μαθητικού πληθυσμού. Κατά τα άλλα, τι άλλο να πει κανείς σχετικά με τις λυσσώδεις επιθέσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων; Μήπως ρατσισμός, κομπλεξισμός ή «κουβέντα να γίνεται…». Και μετά περιμένουμε λύση του Κυπριακού με τέτοια μυαλά…
*ΒΑ, ΜΑ, PhD πρώην επιθεωρητή και πρώτου λειτουργού Εκπαίδευσης, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού